Βογιατζής Ελευθέριος: «Ο ρόλος της Φυσικής Αγωγής στην αναβάθμιση της ποιότητας ζωής των ατόμων με νοητική υστέρηση»!
- μέγεθος γραμματοσειράς μείωση του μεγέθους γραμματοσειράς αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
- Κατηγορία Υγεία
- Εκτύπωση
Η νοητική υστέρηση αποτελεί μία παθολογική κατάσταση, η οποία χαρακτηρίζεται από νοητική ικανότητα κάτω του μέσου όρου.
Η προαναφερθείσα γνωστική διαταραχή εκδηλώνεται κατά την περίοδο ανάπτυξης του ατόμου (από την σύλληψη του εμβρύου μέχρι και την ηλικία των 18 ετών δηλαδή) και οφείλεται συνήθως σε χρωμοσωμικές ανωμαλίες (π.χ. σύνδρομο Down), ενδομήτριες λοιμώξεις και σε διάφορα προβλήματα που σχετίζονται με την κύηση και τον τοκετό (προωρότητα, τραύματα και λοιμώξεις του κεντρικού νευρικού συστήματος του βρέφους κ.α.). Η νοητική υστέρηση εμφανίζεται σε ποσοστό 1-3% στον γενικό πληθυσμό και αφορά κυρίως τα αγόρια παρά τα κορίτσια.
Επιπροσθέτως, τα παιδιά με νοητική υστέρηση κατατάσσονται σε 4 βασικές κατηγορίες, ανάλογα με τον δείκτη νοημοσύνης τους, ο οποίος υπολογίζεται μέσω ειδικών τεστ μέτρησης της νοημοσύνης. Οι κατηγορίες αυτές είναι οι ακόλουθες: Α) Παιδιά με ήπια νοητική υστέρηση (με δείκτη νοημοσύνης από 55 έως 70). Β) Παιδιά με μέτρια νοητική υστέρηση (με δείκτη νοημοσύνης από 35 έως 50.) Γ) Παιδιά με σοβαρή νοητική υστέρηση (με δείκτη νοημοσύνης από 25 έως 40). Δ) Παιδιά με βαριά νοητική υστέρηση (με δείκτη νοημοσύνης κάτω από 25).
Βέβαια, αυτό που θεωρείται βαρύνουσας σημασίας για κάθε εκπαιδευτικό, είναι να γνωρίζει για την εκπαιδευτική ταξινόμηση των μαθητών με Ν.Υ. (Εκπαιδεύσιμα, Ασκήσιμα και Εξαρτημένα), καθώς μέσω αυτής, μπορεί να επιτευχθεί ο προσδιορισμός των μαθησιακών αποτελεσμάτων που αναμένονται από την διδασκαλία των συγκεκριμένων μαθητών.
Αναλυτικότερα λοιπόν, ένα Εκπαιδεύσιμο παιδί αρκετά συχνά, δεν δείχνει «διαφορετικό» από τους συμμαθητές του χωρίς αναπηρία, με αποτέλεσμα να μην εντοπίζεται πάντοτε, μέχρι και την στιγμή που θα εισέλθει στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση, χρονικό σημείο που η νοητική του έκπτωση θα γίνει αντιληπτή. Επιπλέον, τα Εκπαιδεύσιμα παιδιά αποκτούν ικανότητες αυτοεξυπηρέτησης, αναπτύσσουν αρκετά ικανοποιητικά τις γλωσσικές ικανότητες επικοινωνίας, ενώ παράλληλα μαθαίνουν να διαβάζουν, να γράφουν και να λύνουν διάφορα προβλήματα αριθμητικής. Τέλος, ως ενήλικα άτομα μπορούν να ενταχθούν πλήρως στην κοινωνία, να εργαστούν και μ’ αυτόν τον τρόπο να στηρίξουν οικονομικά τον εαυτό τους.
Από την άλλη μεριά, ένα Ασκήσιμο παιδί δείχνει «διαφορετικό» από τους συμμαθητές του χωρίς αναπηρία και δέχεται ειδική εκπαίδευση ήδη από την προσχολική του ηλικία. Επίσης, η απόκτηση ικανοτήτων αυτοεξυπηρέτησης, εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το αν θα υπάρξει η κατάλληλη στήριξη από το ευρύτερο οικογενειακό και κοινωνικό περιβάλλον του παιδιού (γονείς, συγγενείς, φίλοι, εκπαιδευτικό προσωπικό κ.α.). Σ’ αυτό το σημείο, αξίζει να σημειωθεί ότι ένας Ασκήσιμος μαθητής λόγω της νοητικής του μειονεξίας, παρουσιάζει μεταξύ των άλλων και ιδιαίτερα χαμηλές επιδόσεις στο σχολείο, με όλα τα παραπάνω στοιχεία να συμβάλλουν καταλυτικά, ώστε τα εν λόγω άτομα ως ενήλικες πια, να μην μπορούν να ανεξαρτητοποιηθούν επαγγελματικά και οικονομικά. Τέλος, τα Εξαρτημένα παιδιά λόγω του γεγονότος ότι παρουσιάζουν παντελής έλλειψη κινητικών, γνωστικών και κοινωνικών δεξιοτήτων, εξαρτώνται εξ’ ολοκλήρου από την φροντίδα των άλλων και ως εκ τούτου, πολύ δύσκολα θα τα συναντήσει κάποιος στο εκπαιδευτικό περιβάλλον.
Ποια είναι ωστόσο, τα κυριότερα προβλήματα που αντιμετωπίζει ένα παιδί ή ακόμη και ένας ενήλικας με Ν.Υ.; Αναντίρρητα λοιπόν θα έλεγε κανείς, πως η γνωστική ανεπάρκεια οδηγεί σε ποικίλα προβλήματα στην προσοχή, στη μνήμη και στην αντίληψη. Μάλιστα σε αρκετές περιπτώσεις, η υιοθέτηση ενός καθιστικού τρόπου ζωής των ατόμων με Ν.Υ. (έλλειψη ευκαιριών για άσκηση), αναμφίβολα τα οδηγεί σε τάσεις παχυσαρκίας, με ότι αυτό συνεπάγεται για την υγεία τους (σωματική, ψυχική, κοινωνική).
Και σε αυτό το σημείο ακριβώς, καλείται ο Καθηγητής Φυσικής Αγωγής με «όπλο» την επιστημονική του κατάρτιση, να βελτιώσει όλες τις παραμέτρους σωματικής κατάστασης του παιδιού ή του ενηλίκου με Ν.Υ. (αερόβια ικανότητα, δύναμη, ευλυγισία, συντονιστικές ικανότητες κ.τ.λ.), όπως επίσης και να τονώσει την ψυχολογία και την αυτοπεποίθησή τους (βελτίωση εικόνας σώματος κ.α.).
Επιπρόσθετα, ο ΚΦΑ οφείλει να επιλέγει δραστηριότητες μη ανταγωνιστικές, παιγνιώδους μορφής, οι οποίες θα ευνοούν την συνεργασία και θα οδηγούν κατ’ επέκταση στην βελτίωση της κοινωνικοποίησης, δίνοντας έμφαση στη διασκέδαση, την ψυχαγωγία και την επίτευξη του αισθήματος της επιτυχίας. Απώτερος στόχος όλων των παραπάνω; Μα φυσικά, η περαιτέρω προσπάθεια ολοκλήρωσης της προσωπικότητας των ατόμων με Ν.Υ. και η αναβάθμιση της ποιότητας ζωής τους.
Χωρίς αμφιβολία, για να καταστεί ουσιαστικό και ωφέλιμο το μάθημα της Φυσικής Αγωγής για τα ίδια τα άτομα με Ν.Υ., ο διδάσκων καθίσταται αδήριτη αναγκαιότητα, να εξασφαλίσει ένα ασφαλές και καθαρό περιβάλλον άσκησης, καθώς και να εξατομικεύσει την διδασκαλία του, λαμβάνοντας υπόψιν τις δυνατότητες και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά γνωρίσματα του κάθε ατόμου ξεχωριστά.
Εν κατακλείδι λοιπόν, η ενασχόληση με τον αθλητισμό και την Φυσική Αγωγή γενικότερα, προσφέρει πολλαπλά οφέλη (σωματικά, ψυχικά, κοινωνικά) σε όλο τον κόσμο, ανεξαρτήτως ύπαρξης ή μη αναπηρίας. Κλείνοντας, θα γίνει αναφορά στα εξαιρετικά λόγια του γνωστού Έλληνα παραολυμπιονίκη της κολύμβησης, Αντώνη Τσαπατάκη, τα οποία τονίζουν με τον πλέον εκκωφαντικό τρόπο, πως τα άτομα με αναπηρία, είναι ιδιαίτερα άξια και σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να χαρακτηρίζονται από την αναπηρία τους και ούτε να αντιμετωπίζονται με λύπηση! «Στο δικαίωμα για «ζωή» δεν πρέπει να υπάρχουν διακρίσεις! Δεν υπάρχουν κατηγορίες ανθρώπων! Υπάρχουν μόνο άνθρωποι»!
Πηγές:
Βιβλίο: «Άσκηση και Αναπηρία: Εξατομίκευση, προσαρμογές και προοπτικές ένταξης», Συγγραφέας: Δημήτρης Κοκαρίδας, Εκδόσεις Χριστοδουλίδη 2010, Σελίδες: 54-57
Βογιατζής Ελευθέριος
Γυμναστής Ειδικής Αγωγής